Ντούσαν

ΑΕΚ και Ντουσαν, Ντουσαν και ΑΕΚ. Μια ιστορία που γράφεται καιρό, πολύ καιρό τώρα… και συνεχίζει.. Ξεκίνησε το 1977, όταν ήρθε στην Ελλάδα για λογαριασμό της ΑΕΚ ο μεγάλος ποδοσφαιριστής της εποχής Ντούσαν Μπάγεβιτς, μετά από ένα εκπληκτικό Μουντιάλ (2ος σκόρερ) και με συντονισμένες του Λουκά Μπάρλου ενέργειες (ήταν από τα πιο Hot ονόματα του καλοκαιριού, τότε)  και 37 χρόνια μετά, αποτελεί ακόμη, σημείο αναφοράς για τον σύλλογο σχεδόν σε όλα τα μεγάλα γεγονότα, δίπλα σε όλες τις μεγάλες προσωπικότητες, παρών σε όλες τις ιστορικές ημερομηνίες.
Κάτι παραπάνω από μια απλή σχέση αθλητή-συλλόγου, προπονητή-συλλόγου. Μια σχέση που είχε τις άσχημες στιγμές της, αλλά κυρίως τις καλές και λαμπρές και σημάδεψε, μέσα σε 37 χρόνια, όλες σχεδόν τις μεγάλες στιγμές του συλλόγου.

Ντούσαν Μπάγεβιτς και ΑΕΚ είναι μια σχέση ζωής που κρατάει από το 1977 και διατηρήθηκε μέσα από τίτλους, επιτυχίες, ιστορικές στιγμές, μεγάλα πρόσωπα... Φυσικά υπήρξαν και τα άσχημα γεγονότα, που όμως έχουν και αυτά την αξία τους, γιατί πολύ απλά αναδεικνύουν το δέσιμο ανάμεσα σε έναν άνθρωπο και έναν σύλλογο. Ας πάμε να τα δούμε όλα, σιγά-σιγά..



 Ντεμπούτο με την Καστοριά

Στις 18/12 το 1977, ο Ντούσαν Μπάγεβιτς φόρεσε για πρώτη φορά την φανέλα της ΑΕΚ σε επίσημο παιχνίδι και από τότε έβαλε για πάντα στην καρδιά του τον δικέφαλο αετό. Ακόμα και όταν έφυγε από την Ένωση, ποτέ δεν αμφισβήτησε κανείς για το ποια είναι η αγαπημένη του ομάδα, κάτι που "πονούσε" πάντα τους αντιπάλους της Ένωσης.


Ο Ντούσαν Μπάγεβιτς (Σερβικά: Душан Бајевић), γεννήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου του 1948 στο Μόσταρ της σημερινής Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, είναι πρώην προπονητής και ποδοσφαιριστής και νυν Επικεφαλής Αγωνιστικού τμήματος της ΑΕΚ. Ο Μπάγεβιτς έχει αποκτήσει την ελληνική υπηκοότητα. Μετά την διάλυση της Γιουγκοσλαβία, είναι Σέρβος υπήκοος της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης.

Ποδοσφαιριστής, Προπονητής, Διοικητικός παράγοντας

Καριέρα ως ποδοσφαιριστής

Βελέζ Μόσταρ

Ξεκίνησε την καριέρα του παίζοντας στη θέση του επιθετικού στη Βελέζ του Μόσταρ. Αγωνίστηκε σχεδόν σε 400 αγώνες, πετυχαίνοντας 170 τέρματα. Παρέμεινε στη Βελέζ την περίοδο 1967-1975 και τη σαιζόν 1969-1970 ανακηρύχτηκε πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος Γιουγκοσλαβίας, μαζί με τον Σλόμπονταν Σάντρατς.

ΑΕΚ

Εν συνεχεία μετέβη στην ΑΕΚ, με τη φανέλα της οποίας κατέκτησε δύο πρωταθλήματα Ελλάδος και ένα κύπελλο. Ήταν επιτυχημένος ως ποδοσφαιριστής και κέρδισε την αγάπη των οπαδών της ΑΕΚ, μάλιστα την περίοδο 1980-1981 αναδείχθηκε και πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος. Αγωνίστηκε σε 106 αγώνες και σημείωσε 65 γκολ.


Βελέζ Μόσταρ

Επέστρεψε στη Βελέζ το 1981 και έμεινε έως το 1983, οπότε και τερμάτισε την ποδοσφαιρική του καριέρα.

Εθνική Γιουγκοσλαβίας

Παράλληλα με τους συλλόγους, αποτέλεσε και μέλος της εθνικής ομάδας της Γιουγκοσλαβίας, κατά την περίοδο 1970-1977, σημειώνοντας 29 τέρματα σε 37 συμμετοχές. Έλαβε μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974, οπότε και σημείωσε χατ-τρικ απέναντι στο Ζαΐρ.

Προπονητική καριέρα

Βελέζ Μόσταρ

Μετά το πέρας της ποδοσφαιρικής του καριέρας το 1983, ανέλαβε τη Βελέζ Μόσταρ ως προπονητής. Την οδήγησε στην κατάκτηση του κυπέλλου Γιουγκοσλαβίας το 1986, επικρατώντας της Διναμό Ζάγκρεμπ με σκορ 3-1 στον τελικό. Την επόμενη χρονιά η Βελέζ τερμάτισε δεύτερη στο πρωτάθλημα. Το 1988 ο Μπάγεβιτς επέστρεψε στην ΑΕΚ, αυτή τη φορά ως προπονητής.

ΑΕΚ

Την πρώτη κιόλας χρονιά του στην ΑΕΚ ως προπονητής, κατόρθωσε να οδηγήσει την ομάδα στην κατάκτηση του πρωταθλήματος μετά από δέκα έτη. Ήταν κάτι το απροσδόκητο, καθώς κύριοι διεκδικητές του τίτλου θεωρούνταν ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός.
Την τριετία 1992-1994 η ΑΕΚ απέδωσε ποδοσφαιρικά σεμινάρια και κατέκτησε τρία συναπτά πρωταθλήματα.
Τη δε χρονιά 1995-1996 κατέκτησε το κύπελλο, όχι όμως και το πρωτάθλημα το οποίο κατέκτησε με διαφορά ενός βαθμού ο Παναθηναϊκός, εντούτοις η γενική παραδοχή ήταν ότι η ΑΕΚ εκείνη τη χρονιά απέδωσε το καλύτερο ποδόσφαιρο της ιστορίας της.
Συνολικά κάθισε στον πάγκο της ΑΕΚ σε 316 παιχνίδια στην Α' Εθνική (202 νίκες, ποσοστό 63,92%).

Ολυμπιακός

Το 1996, προκάλεσε σάλο με την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας του αντιπάλου της ΑΕΚ, Ολυμπιακού. Οι οπαδοί της ΑΕΚ, που ως τότε τον είχαν ίνδαλμα, τον αντιμετώπισαν με πρωτοφανές μίσος. Στη νέα του ομάδα σημείωσε σημαντικές επιτυχίες. Ο Ολυμπιακός κατέκτησε το πρωτάθλημα την ίδια χρονιά, μετά από 10 χρόνια.
Ενδιαφέρον είναι ότι από το 1988-9 έως και το 1998-9, για έντεκα δηλαδή συνεχόμενες σεζόν, το πρωτάθλημα Ελλάδας κατέληγε είτε στον Παναθηναϊκό, είτε στην ομάδα που προπονούσε ο Μπάγεβιτς (ΑΕΚ ή Ολυμπιακό). Συνολικά ο Μπάγεβιτς κατέκτησε επτά πρωταθλήματα και ο Παναθηναϊκός τέσσερα.

ΠΑΟΚ

Ο Μπάγεβιτς αποφάσισε να μετακινηθεί στη Θεσσαλονίκη και είχε μια επιτυχημένη θητεία στον ΠΑΟΚ, λαμβάνοντας υπ' όψιν και τις οικονομικές δυσχέρειες του σωματείου. Σημαντικότερη στιγμή ήταν η κατάκτηση του κυπέλλου Ελλάδας το 2001 μετά από 27 χρόνια, επικρατώντας στον τελικό του Ολυμπιακού με σκορ 4–2

Επιστροφή στην ΑΕΚ 

Η επιστροφή του στη Νέα Φιλαδέλφεια δίχασε τον κόσμο της ΑΕΚ ανάμεσα σε εκείνους που τον αποδέχτηκαν και σε εκείνους που ποτέ δεν τον συγχώρησαν. Οι δεύτεροι τον εξύβριζαν συνεχώς ώσπου σε ένα ματς με αντίπαλο τον Ηρακλή δεν άντεξε και υπέβαλε την παραίτησή του απροσδόκητα, και ενώ το παιχνίδι ήταν ακόμη στο πρώτο ημίχρονο.

Επιστροφή στον Ολυμπιακό

Το 2004 επέστρεψε στο λιμάνι, όπου και κατέκτησε εκ νέου το ντάμπλ. Παρά τα καλά αποτελέσματα δε συνέχισε μετά το τέλος της χρονιάς, κυρίως λόγω της πίεσης των οπαδών, οι οποίοι δεν ήταν ικανοποιημένοι από τον τρόπο παιχνιδιού της ομάδας.

Ερυθρός Αστέρας

Στις 25 Μαΐου του 2006, ο Μπάγεβιτς χρίστηκε προπονητής του τέως πρωταθλητή Ευρώπης, Ερυθρού Αστέρα. Στην ομάδα του Βελιγραδίου τον έφερε ο πρόεδρος Ντράγκαν Στοίκοβιτς ως αντικαταστάτη του αναχωρήσαντα Βάλτερ Τζένγκα. Έτυχε θερμής υποδοχής από τους οπαδούς της ομάδας, λόγω της καλής φήμης που του είχαν επιφέρει οι επιτυχίες του στην Ελλάδα.
Η θητεία του Μπάγεβιτς στον Ερυθρό Αστέρα έλαβε απροσδόκητο τέλος στις 10 Μαρτίου του 2007. Κατά τη διάρκεια εντός έδρας αγώνα με αντίπαλο τη Βοϊβοντίνα. Ενώ στο 70ό λεπτό ο Ερυθρός Αστέρας έχανε με 0-2, ο Μπάγεβιτς σηκώθηκε μεσούσης του αγώνα και εγκατέλειψε το γήπεδο, απαυδησμένος από τις ύβρεις των οπαδών εναντίον του. Τελικά το ματς έληξε 0-3, συρρικνώνοντας το προβάδισμα του Ερυθρού Αστέρα μόλις στους 6 βαθμούς και με τον Μπάγεβιτς να έχει θέσει εαυτόν εκτός της ομάδας.

Άρης

Στις 7 Σεπτεμβρίου 2007 ανέλαβε τα ηνία της ομάδας του Άρη υπογράφοντας τριετές συμβόλαιο συνεργασίας, παραιτήθηκε όμως αιφνιδιαστικά λίγο πριν το ξεκίνημα της περιόδου 2008-09. Υπό τις οδηγίες του η ομάδα προκρίθηκε για πρώτη φορά στην ιστορία της στους ομίλους του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ, ενώ αγωνίστηκε και στον τελικό του κυπέλλου το 2008.

Για τρίτη φορά στην ΑΕΚ

Τον Νοέμβριο του 2008 ανέλαβε μεσούσης της αγωνιστικής περιόδου για τρίτη φορά την τεχνική ηγεσία της ΑΕΚ, μετά την απομάκρυνση του προκατόχου του Γιώργου Δώνη. Κατάφερε να την οδηγήσει στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος, ωστόσο ηττήθηκε από τον Ολυμπιακό μετά από μια συγκλονιστική διαδικασία στα πέναλτυ με 15-14. Στις 26 Σεπτεμβρίου 2010 παραιτήθηκε μετά τη βαριά ήττα της ΑΕΚ από τον Ολυμπιακό Βόλου με 3-1, αναλαμβάνοντας την ευθύνη του για την κακή αγωνιστική εικόνα της ομάδας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στις τρεις από τις τέσσερις ελληνικές ομάδες που εργάστηκε (ΑΕΚ, Ολυμπιακό, ΠΑΟΚ), κατέκτησε τίτλο.

Ομόνοια

Υπέγραψε συμβόλαιο τον Οκτώβριο του 2010 με την Ομόνοια, ως αντικαταστάτης του προπονητή Τάκη Λεμονή. Συνεργάτες του ήταν οι Λύσσανδρος Γεωργαμλής και Δημήτρης Μπουρουτζίκας. Το πέρασμά του ήταν σύντομο, καθώς το καλοκαίρι αποχώρησε.

Ατρόμητος

Ο Ατρόμητος δεν ήρθε σε συμφωνία με τον πρώην προπονητή του, Γιώργο Δώνη και η κύρια λύση αντικατάστασης που είχαν οι ιθύνοντες, ήταν ο Βόσνιος τεχνικός. Στις 2 Ιουνίου 2012, μετά από μια εβδομάδα διαπραγματεύσεων, ο Ντούσαν Μπάγεβιτς συμφώνησε με την ομάδα του Περιστερίου για δύο χρόνια συμβόλαιο. Μαζί του συνέχισαν οι δύο συνεργάτες του, Γεωργαμλής και Μπουρουτζίκας. Από τον Ατρόμητο αποχώρησε οικειοθελώς στις 24 Δεκεμβρίου του 2012.



Ως Διοικητικό Στέλεχος

Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης

Την 1η Απριλίου 2011, ο Ντούσαν Μπάγεβιτς ανέλαβε πόστο στην Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης

ΑΕΚ

Από το καλοκαίρι του 2013, που η ΑΕΚ για πρώτη φορά στην ιστορία της υποβιβάστηκε και αποφασίστηκε να χρεοκόπησε ως ΠΑΕ και να συνεχίσει από την πρώτη ερασιτεχνική κατηγορία, την Γ' Εθνική, ο Ντούσαν Μπάγεβιτς, ανέλαβε το πόστο του Επικεφαλή Αγωνιστικού τμήματος, υπό τον Πρόεδρο και καλό του φίλο, Δημήτρη Μελισσανίδη.






Με τα μάτια του οπαδού: Ένα κιτρινόμαυρο παραμύθι...

Τα παραμύθια που έχουν κιτρινόμαυρο χρώμα είναι συνήθως λυπηρά και απεικονίζουν έκπτωτους πρίγκιπες. Είναι, όμως, ο έρωτας που τα σημαδεύει ή απλώς η ίδια η ζωή και οι εκπλήξεις της??...
Το καλοκαίρι του 1977 στο ταξίδι της επιστροφής των διακοπών,  ο πατέρας μου σταμάτησε να αγοράσει τσιγάρα και μας έφερε έξι καινούργια αυτοκόλλητα, από αυτά που απεικόνιζαν ποδοσφαιριστές και τα οποία, όλοι εμείς οι επτάχρονοι των καιρών εκείνων, συλλέγαμε με θρησκευτική ευλάβεια. Σε ένα από τα συγκεκριμένα αυτοκόλλητα δέσποζε η αγέρωχη φιγούρα ενός τύπου με κίτρινη φανέλα, με κοντό καλοχτενισμένο μαλλί και με ύφος αγέρωχου πρίγκιπα, βγαλμένου από κάποιο αδιευκρίνιστο παραμύθι. «Ποιος είναι αυτός ο Μπάγεβιτς;» ρώτησα τον μπαμπά μου. «Είναι ο καινούργιος μας σέντερ φορ», μου απάντησε εκείνος. Και ακριβώς τότε ήταν, που άρχισε το κόλλημα..

Πρώτη φορά που είδα τον καινούργιο μου ήρωα να παίζει, ήταν λίγους μήνες αργότερα, σε ένα ματς ΑΕΚ-Αιγάλεω. Θα ακολουθούσαν και άλλα παιχνίδια, πάντα δίπλα στον μπαμπά μου, παιχνίδια από τα οποία ρίζωσε μέσα μου το επιβλητικό στυλ του πρίγκιπα, με τη μέση ψηλά, την κλειστή ντρίμπλα, την καρφωτή κεφαλιά και τις περίτεχνες συνεργασίες με τους άλλους μεγάλους, τον Παπαϊωάννου, τον Μαύρο, τον Αρδίζογλου και τον Νικολάου (για να αναφέρω τους αγαπημένους μου).

Ο Ντούσαν να απογειώνεται και να σκοράρει, να εκνευρίζεται στιγμιαία για ένα σκληρό μαρκάρισμα, να πανηγυρίζει με εκείνο το άλμα της σηκωμένης γροθιάς στα ουράνια και, προπάντων, να διαχειρίζεται την ένταση του αγώνα με μια φαινομενική ανωτερότητα που ακροβατεί ανάμεσα στο τουπέ και την απάθεια. Ω, από κάποιο σημείο και μετά, μπορούσα να προβλέψω όλες του τις αντιδράσεις και σπανίως έπεφτα έξω. Kαι έπειτα από μια τετραετία διαστημικής μπάλας, που ενδυνάμωσε για πάντα μέσα μου την αεκτζίδικη συνείδηση, έφτασα στα έντεκά μου να δηλώνω αθεράπευτα «κολλημένος» μαζί του.

Τα χρόνια πέρασαν, ο Ντούσαν έφυγε για να ξαναγυρίσει σαν προπονητής και να ξαναφέρει τη χαμένη λάμψη του Δικέφαλου, μαζί με χαμόγελα ευτυχίας στα πρόσωπα μας. Το πώς μια τέτοια αγάπη έφτασε, 15 χρόνια αργότερα, να μεταμορφωθεί σε μίσος, είναι κάτι που δεν θα μπορούσε να εξηγήσει ούτε ο Σαίξπηρ (μέγας ειδήμων των ακραίων παθών) ούτε ακόμα και ένας θολωμένος αεκτζής του 1996.

Η ιστορία είναι απλή:Το 1988 η ΑΕΚ συμπληρώνει κάμποσα πέτρινα χρόνια, ο Ζαφειρόπουλος αποχωρεί και τον Φεβρουάριο της ίδιας χρονιάς ο Δημήτρης Τυροβολάς φεύγει μυστικά για το Μόσταρ προκειμένου να φέρει πίσω τον ήρωα των παιδικών μας χρόνων. Και έτσι, το καλοκαίρι, καταφθάνει ο προπονητής πια Ντούσαν Μπάγεβιτς για να ανοίξει ένα δεύτερο κεφάλαιο παθιασμένης αγάπης, που θα αποδεικνυόταν οδυνηρά παράφορο, επικίνδυνα ιδανικό, και (ως εκ τούτων) εξαιρετικά σκληρό.

Μια νέα εποχή διαστημικής μπάλας ανατέλλει, και εμείς, ενήλικοι πλέον, πηγαίνουμε στη Νέα Φιλαδέλφεια χωρίς τους μπαμπάδες μας, αλλά με την ίδια επιστημονική καφρίλα που μας κάνει να νομίζουμε ότι μπορούμε να προβλέψουμε κάθε κίνηση του ινδάλματός μας. Οταν κερδίζει κάνει δηλώσεις στα ελληνικά, όταν χάνει μιλάει στη γλώσσα του, όταν μπαίνει βλοσυρός στο γήπεδο πάει να πει ότι έχει τσακωθεί με τον Μανωλά, όταν μπαίνει χαμογελαστός ότι έχει κερδίσει στο τάβλι τον Πανταζή, και άλλα τέτοια.

Στο μεταξύ, πλακώνεται με τις βεντέτες (ίσως επειδή ο ίδιος ήταν βεντέτα όταν έπαιζε), λέει στους μέσους τύπου Τσάρτα να ματώνουν τα γόνατά τους και τους βάζει να κάτσουν εξέδρα (Κωστής), τρώει τούβλα στο κεφάλι (προς Φάληρο μεριά - "Ντούσαν, κάνε στην άκρη, ναβαλουμε σημάδι" η θεϊκή ατάκα), μοιράζει εξάρες, κάνει διαρκώς την πρώτη του αλλαγή μεταξύ 61ου και 63ου λεπτού (και βάζει πάντα τον… Αγορογιάννη, χανουμε-κερδίζουμε), και γενικώς μας δείχνει πώς είναι οι ωραίοι σαραντάρηδες που είναι σοβαροί αλλά και μάγκες την ίδια στιγμή: με κομψό ντύσιμο, ξυρισμένο πρόσωπο και μετρημένο βλέμμα. Και κάπου εκεί, αφού μας έχει κάνει πάλι να τον αγαπήσουμε, η οθόνη σκοτεινιάζει και ο Μπάγεβιτς, ο δικός μας πρίγκιπας του κιτρινόμαυρου παραμυθιού, ποζάρει, μέσα από μια σειρά από ήξεις-αφίξεις που κρατούν περίπου ένα τρίμηνο, με το μοναδικό χρώμα που μέχρι τότε υποδήλωνε τη σχέση μας μαζί του: το κόκκινο της φωτιάς.

«Δεν θέλω ούτε να τον βλέπω», έλεγα στον πατέρα μου ο ώριμος πλέον (καθότι 27 ετών) νέος. «Επαγγελματίας είναι», απαντούσε εκείνος, εμφανώς στεναχωρημένος όμως. Τίποτα εγώ. Τίποτε δε στάθηκε ικανό να με αποτρέψει από το να υιοθετήσω μια κανιβαλιστική συμπεριφορά εκείνο το δευτεριάτικο απόγευμα που η ΑΕΚ φιλοξένησε τον Ολυμπιακό του «προδότη», εν μέσω καταιγίδας, στο κατάμεστο «Νίκος Γκούμας». 

Ούτε η κηδεία του πατέρα μου, που έφυγε την προηγούμενη ημέρα, τόσο απρόσμενα και ξαφνικά... Θυμάμαι την πρώτη φορά που χαμογέλασα, μετά από αυτήν, ήταν όταν έμαθα (δεν είχα πάει γήπεδο, φυσικά) το αποτέλεσμα του αγώνα: "2-0 - τους πατήσατε", μου είπε ένας φίλος στο τραπέζι μετά την τελετή και εγώ δε μπόρεσα να μην χαμογελάσω.. Ακόμα και έτσι, μέσα από την απόλυτη θλίψη και το μαύρο, είχα πάρει την εκδίκηση του απατημένου... 

Τα έκτροπα, έμαθα πως  ήταν πολλά... Με το που έφτασε το πούλμαν του Ολυμπιακού και κατέβηκε ο Μπάγεβιτς, άρχισαν να …ίπτανται πέτρες, πορτοκάλια, νεράντζια. Έσπασαν δύο τζάμια του πούλμαν, ενώ μία φωτοβολίδα έσκασε σε λίγα μέτρα απόσταση από αυτόν, ο οποίος εμφανίστηκε στη N. Φιλαδέλφεια με κόκκινη φόρμα ερεθίζοντας και αφιονίζοντας μας ακόμα περισσότερο. Ενα αχαρακτήριστο πανό, δεκάδες αντικείμενα στον αγωνιστικό χώρο και μια ΑΕΚ βγαλμένη από καυτό μέταλλο που ήθελε να τιμωρήσει, για λογαριασμό του κόσμου, την «προδοσία». Βρίσαμε, λέει, μουτζώσαμε, πετάξαμε ψεύτικα πεντοχίλιαρα. Ξεφύγαμε... Κοινώς, λειτουργήσαμε ως απατημένοι. Δεν χρειάζεται να ανατρέξεις στον Σαίξπηρ για να το εξηγήσεις. Κοινή λογική ήταν. Η λογική του έρωτα.

Προσωπικά οφείλω να πω ότι νόμιζα πως το γυαλί είχε ραγίσει για τα καλά. Γι’ αυτό και η φυγή του από τον Ολυμπιακό με άφησε αδιάφορο. Βλέπεις μια πρώην σου να αλλάζει τον επόμενο σύντροφό της με κάποιον άλλον και το αντιμετωπίζεις αδιάφορα. Δεν τη θέλεις πίσω, δεν είσαι έτοιμος. Και προχωράς. Το πέρασμά του από τον ΠΑΟΚ, πάλι αδιάφορο με άφησε. Και μετά η πρώτη επιστροφή. Με κρύα καρδιά κι εγώ κι αυτός. Χωρίς αντιπαλότητα, αλλά και χωρίς ενθουσιασμό. Και μετά πάλι αντίο, αυτήν τη φορά χωρίς να φταίει. Και το ταξίδι στον Άρη. «Αυτό ήταν», να λέω, «όλα τελείωσαν, ας πάει όπου θέλει, στον Παναθηναϊκό ή στον Ηρακλή, την Έθνική». Όπου θέλει. Δικός μου δεν είναι πια. Είναι κοινός. Ανήκει σε όλους. Σε όσους τον χρειάζονται. Πάει, χτίζει, φεύγει.

Τον χρειάστηκε ξανά, η ομάδα της καρδιάς μου.. Η Τρίπολη τον περίμενε έχοντας στρώσει κόκκινα χαλιά, το περιβάλλον του να διαψεύδει τα περί ΑΕΚ, ο Κωστένογλου να περιμένει το χρίσμα. Και ο ίδιος, έχοντας πληρώσει το αντίτιμο του 1996 με όλες αυτές τις προσβολές που κορυφώθηκαν εκείνη την Κυριακή του Γενάρη του 2004, να βρίσκεται και πάλι στην είσοδο του σπιτιού του, εξηντάρης πια, πλημμυρισμένος από βιώματα και αποφασισμένος προφανώς να αποκαταστήσει το σημαντικότερο κεφάλαιο της σπουδαίας καριέρας του.

«Είσαι υπέρ Ντούσκο; Μα, εσύ τον έβριζες!» να μου λένε οι φίλοι μου. Και εγώ να επισφραγίζω την κωλοτούμπα μου για χάρη ενός ανθρώπου που, παρά τη χλεύη και τις βρισιές, επιστρέφει εκεί όπου νομίζει ότι ανήκει, και για χάρη ενός εφτάχρονου αγοριού που το ’χει ανάγκη να πιστέψει ότι δεν είναι τα πεντοχίλιαρα που ορίζουν τις ζωές μας, αλλά οι αληθινές αγάπες, εκείνες που στο τέλος απομένουν για να μας υπενθυμίζουν ότι ζούμε με τα λάθη μας, τις αδυναμίες μας και τους έρωτες που μας σημάδεψαν για πάντα..

Ήταν Νοέμβρης και έκανε κρύο…. Παντού..  και στις καρδίες μας άλλο τόσο! Ψυχρά, επαγγελματικά κύλησε η χρονιά, με μουρμούρα, όποτε δεν μας άρεσε κάτι, αλλά έχοντας υποσχεθεί στον εαυτό μας πως για το καλό της ΑΕΚ έπρεπε να κάνουμε (όλοι) υπομονή… Γιατί πάνω από όλους και όλα είναι η ΑΕΚ.. Μας οδήγησε σε έναν (απίστευτο) τελικό Κυπέλλου με τον γαύρο, όπου χάσαμε στα πέναλτι 14-15 (ε, δεν υπάρχει Θεός τελικά..)

Είχαμε πει να τον κρίνουμε μόνο σαν προπονητική οντότητα. Δεν πήγε και τέλεια… δεν τράβηξε και έτσι έφυγε για τρίτη φορά, για να καταλήξει στην.. Ομόνοια. Ανακουφίστηκα, γιατί με είχε κουράσει αυτή η απίστευτη μουρμούρα στο γήπεδο, με την πάρτη του. Με είχαν κουράσει όλοι… βατραχο-λάγνοι και βατραχο-μάχοι. Είχαμε αφήσει παντελώς στην άκρη την έννοια «ΑΕΚ» και είχαμε επιδοθει σε ένα απίστευτο κυνήγι μαγισσών: μας έφταιγε ο Ντέμης (ο κοντός), ο Ντούσαν (ο βάτραχος), η Original (ο Χατζημουσιας), ο Μελισσανίδης (που δεν έμπαινε), η ENICo Τροχανάς ( η αρχή του ολέθρου), ο Γρανιτσας (που γκρέμισε το γήπεδο – καλά αυτόν δίκαια τον βρίζουν όλοι), ο Φιλίππου (που μας παράτησε και αυτός). Αρχίσαμε να επιτρέπουμε σε διάφορους τυχαίους να περνούν από την ΠΑΕ, στο τέλος μας έφταιξαν και οι παίκτες και μικρύναμε την ομάδα, χωρίς να το καταλάβουμε… Τόσο που ο υποβιβασμός ήρθε ως φυσικό επακόλουθο.. Σαν το Βυζάντιο, ακριβώς…

“Θα φέρω τον Ντουσαν καβαλα σε ασπρο άλογο”

..Είπε ο Μελισσανίδης και λίγοι δώσαμε σημασία. Είχαμε άλλες έννοιες τότε.. Όπερ και εγένετο. Και από κει που περίμενα να γίνει πάλι Ο χαμός, δεν ακούστηκε τίποτα.. ΤΙΠΟΤΑ! Τελικά, έπρεπε να γίνουν όλα αυτά, να περάσουμε τις ψυχές μας από μια διαδρομή απόλυτης αγάπης και απόλυτου μίσους, να πονέσουμε και οι δυο, για να έλθει η κάθαρση, να φτάσουμε στο απόλυτο μηδέν, ώστε να μην υπάρχει πια τίποτα να χωρίσουμε, ή να ενώσουμε. 

Μόνο κάτι να χτίσουμε από την αρχή… και εκεί είμαστε σήμερα. Περισσότερο ώριμοι και συνειδητοποιημένοι από ποτέ, με τον νεανικό έρωτα, να έχει πλέον μετατραπεί σε βαθιά εκτίμηση! Στο κάτω-κάτω… όλοι ΑΕΚ είμαστε!! Ντούσαν, μην ξαναφύγεις ποτέ..

Sources : ethnos.gr, sport24.gr





Pages